Αυτό που πρέπει πρώτα από όλα να καταλάβουμε όμως είναι ότι «σε περιπτώσεις κακοποίησης πρέπει να αποδοθεί ευθύνη στον θύτη και το μερίδιο ευθύνης είναι όλο δικό του», εξήγησε η *Ευαγγελία Μανδουράρη, ψυχολόγος στο news4health.gr. Αυτό ισχύει για κάθε περίπτωση βίας και κακοποίησης. Είτε αυτή είναι λεκτική, ψυχολογική, είτε σωματική είτε περίπτωση βιασμού.
Η κλινική ψυχολόγος - ψυχοθεραπεύτρια μας μίλησε για τα θύματα βίας που έχουν βιώσει βιασμό, σεξουαλική κακοποίηση και παρενόχληση ενώ μας διαφώτισε και στο κομμάτι της διαδικτυακής παρενόχλησης εξηγώντας μας ότι είναι ένα έγκλημα. Η ίδια μας είπε ότι είναι πολύ εύκολο για ένα θύμα να γίνει θύτης και ότι αυτό είναι σύνηθες σε ακραίες μορφές κακοποίησης. Πέρα από όλα αυτά η ίδια θέλησε να υπογραμμίσει ότι ο θύτης δεν είναι κάποιος που «φαίνεται» ενώ συχνά αποδίδονται στον ίδιο χαρακτηριστικά όπως «εργατικός», «κουβαλητής» και «άνδρας παλαιάς κοπής» και ότι το θύμα δεν είναι απαραίτητα μια γυναίκα με οικονομικά προβλήματα τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι πολλές φορές είναι ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και οικονομικά ανεξάρτητο.
Στο μυαλό του θύματος
Η ψυχολόγος είπε στο news4health.gr ότι τα θύματα βίας που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση ή βιασμό παρουσιάζουν μία συγκεκριμένη ψυχοπαθολογία. «Το θύμα βιασμού ή σεξουαλικής παρενόχλησης βρίσκεται στα πλαίσια μιας πάρα πολύ έντονης μορφής κακοποίησης που γίνεται σε επίπεδο παραβίασης της ατομικότητας του θύματος. Ουσιαστικά επηρεάζεται τόσο σωματικά όσο ψυχολογικά. Στην περίπτωση που μια γυναίκα έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά είναι κατανοητό ότι καταρχήν διερευνούμε πρακτικές μορφές και επιπτώσεις, όπως σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, τραυματισμούς όσον αφορά το κομμάτι της γενετικής λειτουργίας και πιθανή ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Πέρα από αυτά υπάρχουν και οι ψυχοσυναισθηματικές εκφάνσεις. Βλέπουμε πάρα πολύ συχνά ότι οι γυναίκες οι οποίες πέφτουν θύματα βιασμού, αναπτύσσουν στοιχεία κατάθλιψης, φοβίες, πολλές φορές λειτουργούν αυτοενοχικά». Όπως πρόσθεσε η ίδια νιώθουν ότι θα κατηγορηθούν για αυτό που τους συνέβη και ότι δεν θα τις πιστέψει ο κοινωνικός τους περίγυρος, λόγω της αντίληψης που βλέπουμε να της ενοχοποιεί το κλασικό «κάτι θα έκανες και εσύ».
«Παράλληλα αναπτύσσονται προβλήματα αυτοεκτίμησης, συναισθήματα ντροπής, μειονεξίας ενώ το κομμάτι της εμπιστοσύνης προς τους άλλους πλήττεται. Επίσης, αντιμετωπίζουν δυσκολία στον τρόπο οργάνωσης της ζωής τους και στη σύνθεση της σκέψης και πολλές φορές πλήττεται το κομμάτι της συγκέντρωσης και της μνήμης γιατί αυτό είναι και ένας τρόπος προκειμένου να ξεπεράσουν το τραυματικό συμβάν» είπε. Για να τονίσει ότι: «Άρα, εμφανίζονται ισχυρά συμπλέγματα ντροπής και ενοχής, το οποίο είναι το πιο σημαντικό από όλα, καταθλιπτικές συνδρομές και επίσης στην ενήλικη ζωή έχουμε πλέον προβληματικές σχέσεις με τους γύρω και το άλλο φύλλο. Επίσης, μπαίνουμε και στο επίπεδο του μετατραυματικού στρες, το οποίο είναι μια πάρα πολύ συνηθισμένη κατάσταση, ένα μεγάλο τραύμα, το οποίο εμφανίζεται με αυτό τον τρόπο».
Σε ερώτηση του news4health.gr πόσος χρόνος μπορεί να χρειάζεται μια τέτοια περίπτωση για να θεραπευτεί η Ευαγγελία Μανδουράρη εξήγησε ότι δεν υπάρχει χρονικό πλαίσιο θεραπείας. «Αυτό εξαρτάται από το αν υπάρχουν επιπτώσεις και οργανικές και σωματικές ενώ σε αρκετές περιπτώσεις χρειάζεται και φαρμακευτική αγωγή προκειμένου να βοηθηθεί η διαδικασία της θεραπείας και οπωσδήποτε ψυχοθεραπεία, η οποία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. «Εξαρτάται τόσο από το ίδιο το άτομο, όσο από την συνθήκη, το περιβάλλον, αν δηλαδή έχει ισχυρούς δεσμούς το θύμα που μπορούν να βοηθήσουν σε μια τέτοια κατάσταση. Οπότε μπορεί να αφορά τόσο μια κατάσταση που χρειάζεται ισόβια υποστήριξη, όσο μια πιο βραχύχρονη ψυχοθεραπευτική διαδικασία, αλλά όταν εννοούμε βραχύχρονη θεραπεία δεν εννοούμε ένα μήνα και δύο» είπε η ίδια.
Η cyber κακοποίηση είναι ένα έγκλημα που κρύβεται πίσω από μια οθόνη
Η ίδια μας διαφώτισε και στο κομμάτι της cyber κακοποίησης στην οποία ανήκει και η παρακολούθηση (stalking) και παρενόχληση μέσω διαδικτύου. Οι ενήλικοι σπάνια θα καλέσουν σε βοήθεια για περιπτώσεις διαδικτυακής παρενόχλησης καθώς συνήθως δεν το αναγνωρίζουν ως κάτι το αξιόποινο. Πολλές καταγραφές δεν υπάρχουν είπε στην Ελλάδα αλλά γίνεται πιο αντιληπτό στα παιδιά.
«Όσον αφορά το κομμάτι της cyber κακοποίησης που πρόκειται για μια μοντέρνα μορφή κακοποίησης θα λέγαμε ότι λόγω της πανδημίας σημειώθηκε αύξηση και ειδικά μεταξύ των εφήβων. Σίγουρα, έχουμε αρκετά περιστατικά τα οποία αφορούν κυρίως σε εφήβους πιθανώς γιατί εκεί εμπλέκεται και το γονεϊκό περιβάλλον. Ο έφηβος που δεν καλείται να το αντιμετωπίσει μόνος του και οι γονείς έχουν γνώση του συμβάντος και αυτοί θα αναζητήσουν βοήθεια για το παιδί τους. Η αλήθεια είναι ότι στην περίπτωση του cyberstalking αυτής της μορφής της διαδικτυακής παρενόχλησης - κακοποίησης μέσω διαδικτύου δεν υπάρχουν πολλές καταγραφές. Δεν είναι συχνό το φαινόμενο να αναζητήσει ένας ενήλικος βοήθεια από εμάς για κάτι τέτοιο. Αυτό ίσως συμβαίνει γιατί θεωρούν ότι δεν είναι αξιόποινο. Ενδεχομένως σκέφτονται ότι επειδή είναι μέσω υπολογιστή δεν είναι και κακοποίηση. Δεν γίνεται δηλαδή αναγνώριση δηλαδή της κακοποίησης και σκέφτονται ότι δεν είναι αρκετά σοβαρό, ότι θα τον χλευάσει κάποιος. Σε κάθε περίπτωση δεν το αναγνωρίζει ως έγκλημα» είπε. προσπάθεια ενημέρωσης ότι πρόκειται για εγκληματική πράξη θεσμοθετημένη και από ευρωπαϊκούς οργανισμούς και στην Ελλάδα για να μάθουμε να διαχειριζόμαστε με ασφάλεια όσο μπορούμε τις διαδικτυακές μας επαφές».
Πώς το θύμα γίνεται θύτης
Μιλώντας για τα εγκλήματα του βιασμού και της σεξουαλικής κακοποίησης η ψυχολόγος θέλησε να εξηγήσει στο news4health.gr ότι ένα θύμα μπορεί να γίνει θύτης. Ένας άνθρωπος δεν γεννιέται ούτε θύμα, ούτε θύτης. Όταν όμως ένας άνθρωπος πέφτει θύμα, μπορεί να μετατραπεί σε θύτη και να ανταποδίδει το κακό που εισέπραξε. «Η βία είναι μια συνθήκη η οποία έχει δύο πόλους. Προφανώς ένας άνθρωπος που πέφτει θύμα κακοποίησης και αναπτύσσει ψυχοπαθολογία, η οποία περιστρέφεται γύρω από τα συναισθήματα για τα οποία μιλήσαμε παραπάνω, τα ενσωματώνει και θέλει ασυνείδητα ή συνειδητά να τα επιστρέψει προκειμένου να τα εξωτερικεύσει».
Η ίδια αναφέρθηκε και στο σύνδρομο της Στοκχόλμης για να εξηγήσει ότι είναι σύνηθες σε περιπτώσεις ακραίας μορφής κακοποίησης το θύμα να τρέφει τόσο αισθήματα φόβου όσο αισθήματα αγάπης για τον κακοποιητή. «Θα πρέπει εδώ να θυμηθούμε και το σύνδρομο της Στοκχόλμης το οποίο πρόκειται για μια ψυχική διαταραχή, η οποία αναπτύσσεται σε κάποιον υπό το καθεστώς κακοποίησης και σχετίζεται με τη σχέση θύτη - θύματος. Η σχέση αυτή που έχει το θύμα με αυτόν που κρατάει την εξουσία είναι περίπλοκη.
Όπως είπε η ίδια: «Δημιουργείται ένα δέσιμο με τον θύτη προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει. Ουσιαστικά θεωρεί ότι έχει συναισθήματα αγάπης προς το θύτη - κακοποιητή προκειμένου ν μπορέσει να κρατήσει ακέραια την ψυχική του υγεία. Είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης ουσιαστικά. Οπότε μέσα από αυτό καταλαβαίνουμε ότι με την ίδια ανεστραμμένη ουσιαστικά λειτουργία το θύμα ταυτίζεται με τον θύτη άρα μπορεί και να μετατραπεί σε θύτη. Tόσο εύκολα. Γιατί είναι πάρα πολύ δύσκολο να ξεφύγει από τον κύκλο αυτό της βίας. Ουσιαστικά ξεφεύγοντας θα παραδεχτεί ότι έχει κακοποιηθεί. Είναι πολύ δύσκολο να το διαχειριστεί».
Για να κατανοήσουμε καλύτερα πώς μπορεί να θύμα κακοποίησης να γίνει θύτης είπε: «Είναι σύνηθες σε περιπτώσεις κακοποίησης ανηλίκων να μετατρέπονται σε θύτες και να επιστρέφουν τη βία που έχουν δεχτεί σε άλλα άτομα. Για αυτό είναι πολύ ξεκάθαρο και το παρατηρούμε σε ομάδες παιδιών τα οποία αναπτύσσουν επιθετικές και παραβατικές συμπεριφορές σε συνομηλίκους τους ασκώντας βία, κάνοντας bullying ή και παρενοχλώντας με διάφορους τρόπους. Το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών αυτών είναι παιδιά τα οποία βιώνουν κακοποίηση και ενδοοικογενειακή βία. Άρα, τα παιδιά έχουν γίνει τα ίδια θύματα και αναπτύσσοντας αυτούς τους μηχανισμούς που αναφέραμε γίνονται θύτες και ανακυκλώνουν αυτή την εικόνα της βίας. Μέσα από αυτό έχουν μάθει να επιβιώνουν. Ουσιαστικά αυτό είναι και ένα κομμάτι το οποίο παρατηρούνται και σε γυναίκες, οι οποίες έχουν δεχτεί βία από την παιδική τους ηλικία ή έχουν δεχτεί πολύχρονη βία μέσα σε μία τοξική κατάσταση. Οι περισσότερες από αυτές και όντας αβοήθητες και χωρίς υποστήριξη τείνουν να επιλέγουν και στην μετέπειτα ζωής τους εξακολουθητικά παρόμοιες κακοποιητικές σχέσεις, ασυνείδητα. Μέσα από συζητήσεις που μπορεί να έχουν μέσα σε κέντρα στήριξης γυναικών που κακοποιούνται αυτό που ακούμε συχνά να λένε είναι: «Είμαι πάρα πολύ άτυχη, όλο τέτοια μου τυχαίνουν. Όλο τέτοιοι πέφτουν μπροστά μου». Όπως εξήγησε η Ευαγγελία Μανδουράρη δεν είναι ατυχία είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο συμπεριφοράς.
Τα θύματα βίας είναι γυναίκες της διπλανής πόρτας
Σε κάθε περίπτωση, όταν το θύμα είναι σε άρνηση του προβλήματος δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα όπως μας εξήγησε η ψυχολόγος. Η γυναίκα η οποία θέλει βοήθεια, θέλει να μιλήσει σε κάποιον για το πρόβλημά της ξέρει τι της συμβαίνει. Όπως είπε η ίδια: «H κοπέλα η οποία δεν βλέπει το πρόβλημα δεν νιώθει ότι έχει πρόβλημα. Η κοπέλα η οποία είναι στη φάση της άρνησης νιώθει ότι ο κακοποιητικός σύντροφος είναι αυτός που αποτελεί το σημείο αναφοράς της. Άρα δεν αναζητά κάποιον να μιλήσει. Η κοπέλα η οποία έχει αρχίσει να καταλαβαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα αναζητά ανθρώπους να μιλήσει. Θα πω κάτι το οποίο είναι χιλιοειπωμένο αλλά είναι πραγματικά αληθινό, είμαστε πολλές, είμαστε μια μεγάλη ομάδα. Πρέπει να δώσουμε δύναμη στη φωνή μας, η καθεμία ξεχωριστά. Δεν είναι μόνη της. Θα πρέπει λοιπόν να συνειδητοποιήσουν οι γυναίκες οι οποίες βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση ότι πραγματικά δεν είναι μόνες. Είναι μεγάλος ο αριθμός γυναικών εκεί έξω οι οποίες καθημερινά πέφτουν θύματα βίας σωματικής, λεκτικής, ψυχολογικής σεξουαλικής βίας, παρενόχλησης με διάφορους τρόπους. Επίσης, αυτό που θα πρέπει να κρατήσουμε και ειδικά μέσα στην ελληνική κοινωνία είναι ότι η αγάπη δεν πληγώνει. Δεν σε χτυπάει, επειδή σε αγαπάει. Δεν φταίει η ζήλεια. Δεν φταις εσύ. Πρέπει ουσιαστικά να δώσουμε στον θύτη το ποσοστό που του αναλογεί και το ποσοστό είναι όλο δικό του. Να ξεφύγουμε δηλαδή από την αντίληψη που λέει ότι η πολλή αγάπη σκοτώνει. Η πολλή αγάπη κάνει πολλά αλλά δεν σκοτώνει»
Όπως κατέληξε η ίδια στέλνοντας ένα μήνυμα το οποίο πρέπει να ακούγεται δυνατά: «Συνήθως οι κακοποιημένες γυναίκες έχουν την εντύπωση ότι ότι ο θύτης είναι κάποιος που φαίνεται, που το δείχνει. Τις περισσότερες φορές δεν φαίνεται. Τις περισσότερες φορές είναι αυτός που ο κόσμος έχει την αντίληψη ότι είναι: καλός σύζυγος, καλός πατέρας, κουβαλητής, καλός άνθρωπος, εργατικός, έχει χιούμορ αλλά είναι λίγο συντηρητικός, άντρας παλαιάς κοπής. Αυτό είναι μια παγίδα στην οποία πέφτουν πάρα πολλές γυναίκες.
Επίσης, όσον αφορά το κομμάτι των γυναικών που κακοποιούνται επίσης θεωρούμε ότι είναι γυναίκες οι οποίες δεν τα βγάζουν πέρα οικονομικά μιλώντας. Αυτός είναι ένας μεγάλος μύθος. Πανελλαδικά και σε παγκόσμιο επίπεδο μέσα από έρευνες που έχουν γίνει οι γυναίκες οι οποίες κακοποιούνται είναι νέες γυναίκες σε μεγάλο ποσοστό και είναι πολλές οι οποίες έχουν από ανώτερο έως και ανώτατο μορφωτικό επίπεδο και είναι οικονομικά ανεξάρτητες. Είναι γυναίκες που έχουν τη δουλειά τους, οι οποίες μπορούν να φύγουν από τον κύκλο της κακοποίησης. Οι γυναίκες που κακοποιούνται δεν είναι αμόρφωτες γυναίκες. Είναι οι γυναίκες της διπλανής πόρτας» είπε χαρακτηριστικά.
Φωτογραφίες: pixabay, pexels
*Ευυαγελία Μανδουράρη: Κλινική Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπέτρια.MSc Εγκληματολογική Ψυχολογία. Περισσότερες πληροφορίες για την ψυχολόγο ΕΔΩ.