Η λεγόμενη «καλή» χοληστερόλη μπορεί τελικά να μην είναι τόσο ευεργετική και τελικά να οδηγήσει στην τύφλωση , σύμφωνα με σχετική έρευνα.
Η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL), θεωρείται εδώ και καιρό καλή λόγω των πολλών στοιχείων που δείχνουν ότι προστατεύει την καρδιά.
Απομακρύνει τη χοληστερόλη από τις αρτηρίες και τη μεταφέρει στο συκώτι για να διασπαστεί και να απομακρυνθεί από το σώμα - μειώνοντας τον κίνδυνο καρδιακών προσβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Αλλά ορισμένες έρευνες έχουν αρχίσει να αμφισβητούν την άποψη ότι το περισσότερο είναι καλύτερο. Συγκεκριμένα, νέα έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε Βρετανούς έδειξε ότι τα υψηλότερα επίπεδα HDL αυξάνουν στην πραγματικότητα τον κίνδυνο εμφάνισης της ανίατης πάθησης των ματιών, του γλαυκώματος.
Οι ειδκοί διαπίστωαν ότι οι έχοντες υψηλή καλή χοληστερόλη, είχαν 10 % περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν την πάθηση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της όρασης, σε σύγκριση με εκείνους που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα.
Αντίθετα, οι συμμετέχοντες με τα υψηλότερα επίπεδα λιποπρωτεϊνης χαμηλής πυκνότητας (LDL) - που συνήθως θεωρείται επιβλαβής - είχαν 8 % λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν γλαύκωμα.
Ωστόσο, ο κίνδυνος παρατηρήθηκε μόνο σε όσους ήταν άνω των 55 ετών, δήλωσαν οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Sun Yat- sen στη νότια Κίνα,.
Γράφοντας στο British Journal of Ophthalmology, πρόσθεσαν: «Η HDL χοληστερόλη θεωρείται ως η “καλή χοληστερόλη” εδώ και επτά δεκαετίες.
'Ωστόσο, η παρούσα μελέτη καταδεικνύει ότι τα υψηλά επίπεδα [της] δεν συνδέονται σταθερά με ευνοϊκή προγνωστική έκβαση.
'Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε επαναξιολόγηση των στρατηγικών διαχείρισης των λιπιδίων σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο γλαυκώματος.
'Χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για τη διερεύνηση των μηχανισμών που κρύβονται πίσω από αυτές τις συσχετίσεις'.
Η χοληστερόλη είναι μια λιπαρή, κηρώδης ουσία που βρίσκεται στο αίμα και είναι ζωτικής σημασίας για τις σωματικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της πέψης, της παραγωγής βιταμίνης D και των ορμονών.
Ωστόσο, υπερβολική ποσότητα μπορεί να συσσωρευτεί στο αίμα λόγω της κατανάλωσης λιπαρών τροφών, της μη επαρκούς άσκησης, του υπερβολικού βάρους, του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ.
Η υψηλή LDL χοληστερόλη δεν προκαλεί συμπτώματα, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε φραγμένα αιμοφόρα αγγεία και να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιακών προβλημάτων και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Κάθε αύξηση των επιπέδων της HDL σχετίζεται με 5% υψηλότερο κίνδυνο
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές εξέτασαν πάνω από 400.000 Βρετανούς ηλικίας 40 έως 69 ετών σχετικά με το ιστορικό της υγείας τους. Όλοι υποβλήθηκαν επίσης σε εξετάσεις αίματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για τη μέτρηση των λιπών στο αίμα.
Κατά τη διάρκεια 14 ετών παρακολούθησης, 6.868 (σχεδόν το 2%) εμφάνισαν γλαύκωμα.
Σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν εμφάνισαν γλαύκωμα, εκείνοι που εμφάνισαν, ήταν πιο πιθανό να είναι πρώην καπνιστές, να λαμβάνουν στατίνες και να έχουν διαβήτη, υψηλή αρτηριακή πίεση ή καρδιαγγειακή νόσο.
Όμως, η ανάλυση των αποτελεσμάτων των αιματολογικών εξετάσεων έδειξε ότι τα υψηλότερα επίπεδα της «καλής» HDL χοληστερόλης συγκεκριμένα, σχετίζονταν με αυξημένο κίνδυνο γλαυκώματος. Συγκεκριμένα, κάθε αύξηση των επιπέδων της HDL «σχετιζόταν με 5% υψηλότερο κίνδυνο», πρόσθεσαν.
Οι επιστήμονες αναγνώρισαν πάντως ότι η μελέτη είχε κάποιους περιορισμούς, όπως η χρήση μόνο του ενός δείγματος αίματος από κάθε συμμετέχοντα.
Αυτό «μπορεί να μην αποτυπώνει με ακρίβεια τα τυπικά επίπεδα λιπιδίων των ατόμων», σημείωσαν.
Αλλά τα ευρήματα βασίζονται σε προηγούμενες έρευνες που έχουν υποδείξει ότι μπορεί να υπάρχει σχέση μεταξύ των υψηλών επιπέδων χοληστερόλης και του αυξημένου κινδύνου γλαυκώματος.
Το γλαύκωμα προκαλείται συνήθως από την αργή συσσώρευση υγρού στο μπροστινό μέρος του ματιού, η οποία αυξάνει την πίεση στο εσωτερικό του.
ΠΗΓΗ: DAILYMAIL