Οι ερευνητές αποδίδουν τα ευρήματα της μελέτης τους στις συνθήκες διαβίωσης όσων αντιμετωπίζουν την διαταραχή αλλά και στην μειωμένη δυνατότητα πρόσβασης τους σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης.
Η νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο The British Journal of Psychiatry, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες με διάγνωση διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ADHD) ζουν 8,6 χρόνια λιγότερο σε σχέση με γυναίκες χωρίς αυτή την διάγνωση ενώ αντίστοιχα το προσδόκιμο ζωής για άνδρες με ΔΕΠΥ είναι μειωμένο κατά 6,7 χρόνια.
Οι ερευνητές πάντως εκτιμούν ότι τα συμπεράσματα τους δεν σχετίζονται με καθαυτή την διαταραχή αλλά περισσότερο με έναν συνδυασμό παραγόντων όπως συνυπάρχουσες καταστάσεις υγείας, ιατρικές ανάγκες που δεν αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά αλλά και παράγοντες κινδύνου που προκύπτουν από τον τρόπο ζωής, όπως το κάπνισμα και η κατάχρηση ουσιών.
Πώς η ΔΕΠΥ επηρεάζει τη σωματική και την ψυχική υγεία;
Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από δυσκολία εστίασης και ελέγχου της προσοχής, γεγονός που δρα ως τροχοπέδη στην ολοκλήρωση ακόμα και απλών, καθημερινών εργασιών. Τα άτομα με ΔΕΠΥ είναι επίσης πιθανότερο σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, να υποφέρουν από άγχος, στρες και κατάθλιψη.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ΔΕΠΥ επηρεάζει περίπου το 2,8% των ανθρώπων, αν και οι ειδικοί πιστεύουν ότι πολλοί άνθρωποι παραμένουν αδιάγνωστοι για όλη τους την ζωή.
Όπως εξηγούν οι συγγραφείς της νέας μελέτης, σε σύγκριση με άτομα χωρίς την διαταραχή, όσοι έχουν διαγνωσθεί με ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανό να βιώσουν «ανισότητα και αντιξοότητες, συμπεριλαμβανομένων των μορφωτικών υποβαθμίσεων, της ανεργίας, των οικονομικών προβλημάτων, των διακρίσεων και της πιθανότητας επαφής με το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης».
Τα προβλήματα ύπνου και η κατάχρηση αλκοόλ και άλλων ουσιών είναι επίσης πιο πιθανά σε άτομα που αντιμετωπίζουν την διαταραχή, όπως και μια σειρά προβλημάτων υγείας, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων.
Η σύνδεση της ΔΕΠΥ με 13 ιατρικές καταστάσεις
Οι ερευνητές εξέτασαν δεδομένα από 30.039 άτομα ηλικίας 18 ετών και άνω, στη Βρετανία, τα οποία έχουν διαγνωσθεί με ΔΕΠΥ.
Διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες στην μελέτη είναι πιθανότερο να αντιμετωπίζουν προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας με κάποιες ιατρικές καταστάσεις να εμφανίζονται συχνότερα από τις υπόλοιπες.
- 17% των ανδρών έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη και ο κίνδυνος αυτός είναι ακόμα μεγαλύτερος για τις γυναίκες με ΔΕΠΥ
- 27% αντιμετωπίζουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν υπέρταση
- υπερδιπλάσιες πιθανότητες να έχουν επιληψία και κατάθλιψη
- δεκαπλάσιες πιθανότητες να διαγνωσθούν με διαταραχή προσωπικότητας
Το προσδόκιμο ζωής για τους ενήλικες με ΔΕΠΥ σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό ήταν:
- • 8,64 χρόνια μικρότερο για τις γυναίκες
- • 6,78 χρόνια μικρότερο για τους άνδρες
Αυτό ισοδυναμεί με ένα συνολικό εκτιμώμενο προσδόκιμο ζωής 73,26 ετών για τους άνδρες με διαγνωσμένη ΔΕΠΥ σε σύγκριση με 80,03 χρόνια για εκείνους χωρίς.
Για τις γυναίκες συμμετέχουσες, το προσδόκιμο ζωής ήταν περίπου 75,15 χρόνια, σε σύγκριση με το μέσο όρο των 83,79 ετών για τις γυναίκες χωρίς διάγνωση.
Γιατί τα άτομα με ΔΕΠΥ απειλούνται περισσότερο;
Σύμφωνα με τη Michelle Dees, MD, ψυχίατρο στην Luxury Psychiatry Clinic, «ο υψηλός επιπολασμός του άγχους και της κατάθλιψης σε άτομα που έχουν διαγνωσθεί με ΔΕΠΥ δημιουργεί μια ασταθή κατάσταση συμπεριφοράς σε ζητήματα ανάληψης κινδύνου, η οποία αποτυπώνεται με ατυχήματα, αυτοτραυματισμούς και συναφείς καταστάσεις».
Επιπλέον, «η δυσκολία πρόσβασης σε βασικούς πόρους υγείας συμβάλλει σημαντικά», εξηγεί.
Ο Καθηγητής Ψυχολογίας Barry K. Herman, MD, επικεφαλής ιατρός στο ADHD Online/Mentavi Healt, προσθέτει ότι τα άτομα με ΔΕΠΥ «παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά κατάχρησης ουσιών. Είναι επίσης λιγότερο πιθανό να παρακολουθούν συνολικά την υγεία τους, να είναι συνεπείς σε ιατρικά ραντεβού και να τηρούν θεραπευτικές συστάσεις για τη ΔΕΠΥ και άλλες παθήσεις».
Και η Beata Lewis, MD, ψυχίατρος ενηλίκων, παιδιών και εφήβων στο Mind Body Seven, που επίσης δεν συμμετείχε σε αυτή τη μελέτη, αναφέρεται στη σημασία του «φαινόμενου κυματισμού». Όπως εξηγεί, για τους διαγνωσθέντες με ΔΕΠΥ «οι προκλήσεις για εργασιακή σταθερότητα συχνά οδηγούν σε οικονομικό άγχος, το οποίο μπορεί να περιορίσει την πρόσβαση σε καλή υγειονομική περίθαλψη, χρόνο για άσκηση και ελεύθερο χρόνο και καλή διατροφή. Ομοίως, οι δυσκολίες διατήρησης των σχέσεων μπορεί να οδηγήσουν σε κοινωνική απομόνωση. Όλοι αυτοί οι παράγοντες συνδέονται με μικρότερη διάρκεια ζωής».
Σύμφωνα με την Lewis, το μακροχρόνιο στρες που προκαλεί η ΔΕΠΥ παίζει καθοριστικό ρόλο και στη σωματική υγεία.
«Σκεφτείτε το σαν να κρατάτε τον κινητήρα σας σε πολύ υψηλές στροφές για πάρα πολύ καιρό – το συνεχές άγχος από τη διαχείριση των συμπτωμάτων ΔΕΠΥ μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και έκκριση ορμονών του στρες όπως η κορτιζόλη», λέει και συμπληρώνει πως «αυτό είναι δυνατόν να πυροδοτήσει μια σειρά άλλων αρνητικών συνεπειών για την υγεία».
Η αξιοσημείωτη μείωση στο προσδόκιμο ζωής
Οι συντάκτες της μελέτης σχολιάζοντας τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν ότι εντόπισαν «ανεκπλήρωτες ανάγκες υποστήριξης που απαιτούν επείγουσα προσοχή». Εξηγούν ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου βασίστηκε το δείγμα της μελέτης τους, υπάρχει έλλειψη ειδικής υποστήριξης για αυτά τα άτομα.
Στον απόηχο των συμπερασμάτων της έρευνας, ζητούν αλλαγές πολιτικής για την αντιμετώπιση των ελλείψεων στην τρέχουσα ιατρική περίθαλψη, επισημαίνοντας ότι η εστίαση στη διάγνωση μπορεί να βοηθήσει να μετριαστεί η ψαλίδα του προσδόκιμου ζωής σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Παρά τις βελτιώσεις στη διάγνωση της ΔΕΠΥ στην ενήλικη ζωή, προσθέτουν, η διαταραχή συχνά μένει αδιάγνωστη. Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση στον εντοπισμό της και στην έναρξη θεραπευτικής αντιμετώπισης σε ενήλικες, τόσο πιο πιθανό είναι αυτοί να βιώσουν όλους τους παράγοντες κινδύνου που συνοδεύουν τη διαταραχή.
Υποστηρίζοντας τα άτομα με ΔΕΠΥ
Ενώ μεγάλες αλλαγές στα συστήματα υγείας είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση του μειωμένου προσδόκιμου ζωής ατόμων με ΔΕΠΥ, ο οικογενειακός και κοινωνικός περίγυρος, επίσης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οικογένεια και φίλοι μπορούν με την υποστήριξη τους να ενισχύσουν την υγιή επικοινωνία όσων αντιμετωπίζουν την διαταραχή. Είναι σημαντικό αυτοί να ενθαρρύνονται στο να αναζητήσουν επαγγελματική βοήθεια για την κατάσταση τους ενώ ο περίγυρος μπορεί να βοηθήσει σε μια σειρά καθημερινών προκλήσεων όπως η βοήθεια για ένα υγιές πρόγραμμα ύπνου ή αρωγή για καλύτερη διαχείριση του άγχους.
«Οι οικογένειες και οι φίλοι πρέπει πάντα να ενθαρρύνουν τους ενήλικες με ΔΕΠΥ να αναζητήσουν και να παραμείνουν σε θεραπεία», συμφωνεί ο Δρ. Herman. Ο περίγυρος χρειάζεται να εξοικειωθεί με τα χαρακτηριστικά και τα πιο κοινά συμπτώματα της διαταραχής και να δείχνει υπομονή και κατανόηση στα άτομα με ΔΕΠΥ, βοηθώντας τους παράλληλα να τηρούν την ευεργετική για εκείνους ρουτίνα τους.
«Ο πιο σημαντικός ρόλος που μπορεί να παίξει κανείς, τονίζει, είναι να είναι καλός ακροατής και συνήγορος».
Κατά την Beata Lewis, το «κλειδί» που κάνει την διαφορά στη ζωή ανθρώπων με ΔΕΠΥ, δεν είναι απλώς η παροχή συμβουλών από τους άλλους αλλά κυρίως η δημιουργία ενός ασφαλούς χώρου όπου αυτοί μπορούν να μοιράζονται τις αγωνίες τους και να αισθάνονται ότι κάποιος τους καταλαβαίνει.
Πηγές: Medicalnewstoday.com, Cambridge.org