Σε μεγάλη μελέτη υγιών ενηλίκων μέσης ηλικίας, το μεγαλύτερο σπλαχνικό και υποδόριο κοιλιακό λίπος στην κοιλιακή μαγνητική τομογραφία προέβλεπε ατροφία του εγκεφάλου στην απεικόνιση, ιδίως στις γυναίκες.
«Η μελέτη δείχνει ότι το υπερβολικό λίπος είναι κακό για τον εγκέφαλο και χειρότερο στις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ», δήλωσε στο Medscape Medical News ο επικεφαλής συγγραφέας Cyrus Raji, MD, PhD, από το Ινστιτούτο Ακτινολογίας Mallinckrodt του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στις 28 Αυγούστου στο ηλεκτρονικό περιοδικό Aging and Disease.
Τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου
Πολλαπλές μελέτες έχουν υποδείξει μια σχέση μεταξύ της συσσώρευσης σωματικού λίπους και του αυξημένου κινδύνου άνοιας. Λίγες όμως έχουν εξετάσει τη σχέση μεταξύ των τύπων λίπους (σπλαχνικό και υποδόριο) και του όγκου του εγκεφάλου.
Για τη νέα μελέτη, 10.000 υγιείς ενήλικες ηλικίας 20-80 ετών (μέση ηλικία 52,9 έτη, 53% άνδρες) υποβλήθηκαν σε ένα σύντομο πρωτόκολλο μαγνητικής τομογραφίας ολόκληρου του σώματος. Αξιολογήθηκαν αναλύσεις παλινδρόμησης των τύπων κοιλιακού λίπους και των κανονικοποιημένων όγκων του εγκεφάλου, ελέγχοντας την ηλικία και το φύλο.
Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι οι υψηλότερες ποσότητες τόσο σπλαχνικού όσο και υποδόριου κοιλιακού λίπους προέβλεπαν χαμηλότερο συνολικό όγκο φαιάς και λευκής ουσίας, καθώς και χαμηλότερο όγκο στον ιππόκαμπο, στον μετωπιαίο φλοιό και στους κροταφικούς, βρεγματικούς και ινιακούς λοβούς.
«Τα ευρήματα είναι αρκετά δραματικά», δήλωσε ο Raji στο Medscape Medical News. «Συνολικά, διαπιστώσαμε ότι τόσο το υποδόριο όσο και το σπλαχνικό λίπος έχουν παρόμοια επίπεδα αρνητικών σχέσεων με τον όγκο του εγκεφάλου».
Οι γυναίκες είχαν μεγαλύτερη επιβάρυνση της ατροφίας του εγκεφάλου με αυξημένο σπλαχνικό λίπος από ό,τι οι άνδρες. Ωστόσο, είναι δύσκολο να τοποθετηθούν οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων σε ένα πλαίσιο λόγω της έλλειψης προηγούμενων εργασιών που να διερευνούν ειδικά το σπλαχνικό λίπος, την απώλεια όγκου του εγκεφάλου και τις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, προειδοποιούν οι ερευνητές και σημειώνουν επίσης ότι ενώ παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές σχέσεις μεταξύ των επιπέδων σπλαχνικού λίπους και των μεταβολών του όγκου της φαιάς ουσίας, τα μεγέθη των επιδράσεών τους ήταν γενικά μικρά.
«Έτσι, η στατιστική σημασία αυτής της εργασίας επηρεάζεται από το μεγάλο μέγεθος του δείγματος και λιγότερο από το μεγάλο μέγεθος της επίδρασης σε κάθε συγκεκριμένο σύνολο περιοχών», σύμφωνα με τους ερευνητές.
Άλλοι περιορισμοί περιλαμβάνουν τη διατομεακή φύση της μελέτης, η οποία αποκλείει συμπεράσματα σχετικά με την αιτιότητα. Η ανάλυση δεν έλαβε επίσης υπόψη άλλους παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η σωματική δραστηριότητα, η διατροφή και οι γενετικές μεταβλητές.
Οι ερευνητές ζητούν περαιτέρω έρευνα «για την καλύτερη διαλεύκανση των υποκείμενων μηχανισμών και την ανακάλυψη πιθανών παρεμβάσεων που στοχεύουν στη μείωση του κοιλιακού λίπους ως στρατηγική για τη διατήρηση της υγείας του εγκεφάλου».
Πηγή: Medscape