Όμως, συχνά, στην προσπάθειά μας να κάνουμε αυτοδιάγνωση, παραγνωρίζουμε τους κινδύνους.
Είναι ενδεικτικά τα ευρήματα επιστημονικής έρευνας, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγους μήνες στο Medical Journal of Australia, από το Πανεπιστήμιο Edith Cowan. Όπως διαπιστώθηκε, η αναζήτηση στο διαδίκτυο πολύ συχνά δεν είναι μόνο αναξιόπιστη, αλλά και επικίνδυνη.
Πιο συγκεκριμένα οι ερευνητές ανέλυσαν 26 προγράμματα συμπτωμάτων. Βρήκαν ότι έκαναν σωστή διάγνωση ως πρώτο αποτέλεσμα μόνο στο 36% του χρόνου και μεταξύ των τριών πρώτων αποτελεσμάτων στο 52% του χρόνου. Επιπλέον διαπίστωσαν ότι οι συμβουλές, που έδιναν, για το πότε και για το πού μπορεί ο χρήστης να αναζητήσει ιατρική βοήθεια, ήταν ακριβείς μόνο στο 49% του χρόνου.
«Τα online εργαλεία αναζήτησης πληροφοριών και αξιολόγησης υγείας δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσουν τον γιατρό. Μόνο ο ειδικός γιατρός έχει τη συνολική εικόνα του ασθενούς, έχει λάβει το ιστορικό του, συνεκτιμά τα συμπτώματα και δεν τα βλέπει αποσπασματικά και μεμονωμένα», λέει η δρ Ανατολή Παταρίδου, MD, Ωτορινολαρυγγολόγος, Χειρουργός Κεφαλής – Τραχήλου, ΠαιδοΩΡΛ, Επιστημονική Συνεργάτης Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ.
«Έχει συμβεί αρκετές φορές, μιλώντας με κάποιον ασθενή, να μου κάνει κάποιες ερωτήσεις ή να εκφράζει κάποιες βεβαιότητες, οι οποίες δείχνουν ότι έχει, ήδη, ψάξει πληροφορίες. Συνήθως, βέβαια, αυτά που βρίσκει δεν ισχύουν, τον μπερδεύουν, τον αποπροσανατολίζουν και, τελικά, τον φοβίζουν περισσότερο. Ερχόμενος, λοιπόν, στο ιατρείο, διαπιστώνει ότι κακώς μπήκε σε όλη αυτή τη διαδικασία και ότι μόνο ο γιατρός μπορεί να του εξηγήσει τα πάντα γύρω από το πρόβλημά του και να του δώσει λύσεις», προσθέτει η ειδικός.
Το «προφίλ» της κυβερνοχονδρίασης
Ποιοι είναι, όμως, εκείνοι που συνήθως αναζητούν πληροφορίες για την υγεία στο διαδίκτυο; Ως επί το πλείστον πρόκειται για άτομα, που χαρακτηρίζονται από τη λεγόμενη «κυβερνοχονδρίαση», λένε οι ειδικοί. Δηλαδή νιώθουν άγχος και φόβο για την κατάσταση της υγείας τους και ψάχνουν να βρουν στο Διαδίκτυο πληροφορίες,
ώστε να δουν αν αυτά τα συμπτώματα που έχουν – ή που υποπτεύονται ότι μπορεί να έχουν – σχετίζονται με κάποια πάθηση, συνήθως σοβαρή, που μπορεί να μην έχουν εντοπίσει οι γιατροί ή, ακόμη, και να τους την αποκρύπτουν.
Αυτή η έντονη ανησυχία του ατόμου για την υγεία του μπορεί να συνδέεται με γεγονότα, που συνέβησαν πρόσφατα, όπως, για παράδειγμα η πανδημία της COVID-19, η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου ή κάποιες τραυματικές εμπειρίες. Συνήθως πρόκειται για αγχώδη άτομα, που δυσκολεύονται να διαχειριστούν συναισθήματα και καταστροφολογούν, πιστεύοντας πάντα το χειρότερο σενάριο (π.χ. πονάει πάρα πολύ το αυτί μου, δεν περνάει, άρα έχω καρκίνο και μπορεί να πεθάνω).
«Πρόκειται για μια κατάσταση που μας προβληματίζει και σίγουρα δεν είναι αστείο – όπως, άλλωστε, μας εξηγούν και οι ειδικοί ψυχικής υγείας. Θα πρέπει ο κόσμος να καταλάβει ότι ο Dr Google, όπως έχει επικρατήσει να τον λέμε χαριτολογώντας, δεν είναι ο κατάλληλος για να ερμηνεύσει συμπτώματα και να υποδείξει τρόπους αντιμετώπισης», επισημαίνει η κα Ανατολή Παταρίδου.
Όπως λέει, βάσει διεθνών εκτιμήσεων, οι αναζητήσεις στο Google για διάφορα ζητήματα υγείας, μικρά ή μεγαλύτερα, ανέρχονται σε περίπου 700.000 ανά λεπτό της ώρας.
«Αυτό σίγουρα κάτι δείχνει, σκιαγραφεί μια τάση διεθνή. Γιατί, βέβαια, μην φανταστεί κανείς ότι η έρευνα στο διαδίκτυο για θέματα υγείας είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Κάθε άλλο, από ό,τι δείχνουν τα στοιχεία. Για αυτό και ο ρόλος ημών των γιατρών είναι ακόμη πιο σημαντικός. Πρέπει να εξηγήσουμε στον κόσμο ότι το διαδίκτυο, όσο πολύτιμο εργαλείο κι αν είναι, κρύβει και κινδύνους και ότι η χρήση του πρέπει να γίνεται με μέτρο και με ασφάλεια», επισημαίνει η δρ Παταρίδου.
Στην ειδικότητα της Ωτορινολαρυγγολογίας, λέει η κα Παταρίδου, έχουν αυξηθεί οι ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα, ιγμορίτιδα, πολύποδες, αποφρακτική άπνοια, καθώς και κακοήθειες στην περιοχή του στόματος, του φάρυγγα και του λάρυγγα. Επίσης έχει αυξηθεί και η σωματοποίηση του άγχους, με συχνότερα συμπτώματα τον ίλιγγο, την κεφαλαλγία, τις εμβοές, τη δυσκολία στην κατάποση, την αστάθεια.
«Στη δική μου ειδικότητα αυτά είναι τα προβλήματα, για τα οποία αναζητούν πληροφορίες στο διαδίκτυο οι ασθενείς», επισημαίνει η ειδικός.
Διαδίκτυο και παιδιά
Μιας και ο λόγος για τη χρήση του διαδικτύου, θα ήταν παράλειψη να μην γίνει αναφορά στη χρήση του από τα παιδιά. Τα παιδιά λατρεύουν το διαδίκτυο και «μπαίνουν στο παιχνίδι» από νωρίς, φτιάχνοντας σελίδες/προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παίζοντας ηλεκτρονικά παιχνίδια online, «τσατάροντας»,
ακούγοντας μουσική, παρακολουθώντας ταινίες, βρίσκοντας πληροφορίες για τα μαθήματά τους κτλ.
Σύμφωνα με πρόσφατα ερευνητικά στοιχεία, εφτά στα δέκα παιδιά κάνουν χρήση των κοινωνικών δικτύων σε μη επιτρεπτή ηλικία και το 21% δηλώνει πως δέχθηκε διαδικτυακή παρενόχληση, την οποία επιχείρησε να αντιμετωπίσει, χωρίς να το αναφέρει σε κανέναν.
Πολλοί γονείς δεν έχουν ακόμη αντιληφθεί ότι χρειάζεται προσοχή, επίβλεψη και καθοδήγηση των παιδιών τους.
«Οι γονείς δεν πρέπει να επαναπαύονται, γιατί είναι αδύνατο να γνωρίζουν τι μπορεί να συμβαίνει ή να λέγεται στους διάφορους τρόπους επικοινωνίας, που διεξάγονται online. Το 83% των παιδιών δηλώνει ότι «σερφάρει» χωρίς την επίβλεψη των γονιών του», καταλήγει η κα Παταρίδου