Η άθληση και η σωματική άσκηση γενικότερα ωφελεί τον οργανισμό με πολλούς τρόπους αφού δυναμώνει την καρδιά, μειώνει την χοληστερίνη, μειώνει την αρτηριακή πίεση, βελτιώνει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, μειώνει το σωματικό βάρος, δυναμώνει τους μυς, τα οστά και τις αρθρώσεις, βελτιώνει την αντοχή, μειώνει το άγχος και βελτιώνει την ποιότητα του ύπνου.
Γενικά προτείνεται ήπια αερόβια γυμναστική διάρκειας τουλάχιστον 30 λεπτών και τουλάχιστον 4 φορές την εβδομάδα όπως για παράδειγμα το κολύμπι, το ποδήλατο, το γρήγορο περπάτημα, κτλ. Η ένταση της άθλησης συμβατικά συνήθως χωρίζει τους ασκούμενους σε 3 κατηγορίες. Τους επαγγελματίες ¨ελίτ¨ αθλητές που προπονούνται εντατικά πάνω από 10 ώρες την εβδομάδα, τους συνήθεις αθλητές που προπονούνται τουλάχιστον 6 ώρες την εβδομάδα και τους κοινώς ασκούμενους που κάνουν άθληση 4 ώρες την εβδομάδα.
Είναι γνωστό πως υψηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας και καλής φυσικής κατάστασης σχετίζονται με χαμηλή συνολική θνητότητα, χαμηλά ποσοστά καρδιαγγειακής νόσου και χαμηλότερα επίπεδα κακοήθειας. Ωστόσο παρά τα πολλαπλά οφέλη που παρέχει η τακτική άσκηση, η υπερβολική εντατική άθληση μπορεί παραδόξως να προκαλέσει επικίνδυνες αρρυθμίες επί παρουσίας υποκείμενης καρδιοπάθειας, αναφέρει ο δρ Ιωάννης Παληός, M.D.,Ph.D., Καρδιολόγος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής τμήματος Μαγνητικής Τομογραφίας Καρδιάς του Metropolitan Hospital.
Ο κίνδυνος της άθλησης σε ασθενείς με πιθανή καρδιακή νόσο
Ο ρόλος της πρώιμης αναγνώρισης πιθανής καρδιακής νόσου και της διαστρωμάτωσης του κινδύνου σε ανθρώπους που επιθυμούν να μετέχουν στον αθλητισμό είναι πολύ σημαντικός. Ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος είναι η κύρια αιτία θανάτου σχετιζόμενη με την άσκηση στους αθλητές. Η ασφάλεια πάνω από όλα του αθλούμενου κατά τη συμμετοχή στην άσκηση είναι πολύ σημαντική για να αποφευχθούν δυσάρεστα γεγονότα και αποτελεί κοινό στόχο για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος στους νέους αθλητές προκαλείται από διάφορες διαταραχές δομικές και ηλεκτρικές της καρδιάς όπως η διατατική μυοκαρδιοπάθεια, οι διαταραχές της ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς, οι ανωμαλίες των στεφανιαίων αρτηριών και οι επίκτητες καρδιοπάθειες όπως η ισχαιμική μυοκαρδιοπάθεια, η μυοκαρδίτιδα, κ.α. Η συχνότητα του αιφνίδιου θανάτου στην άσκηση ποικίλλει στις μελέτες από 1/1.000.000 έως 1/5000 αθλητές το χρόνο ανάλογα με τον πληθυσμό και την άσκηση.
Στους ενήλικες και τους μεγαλύτερης ηλικίας αθλούμενους η στεφανιαία νόσος είναι η κύρια αιτία για δυσάρεστα καρδιαγγειακά γεγονότα. Το οξύ στεφανιαίο σύνδρομο και ο αιφνίδιος θάνατος προκαλούμενος από την άσκηση συνήθως αφορά τους ενήλικες και τους μεγαλύτερης ηλικίας αθλούμενους και οφείλεται σε ρήξη μιας αθηρωματικής πλάκας και θρόμβωση της στεφανιαίας αρτηρίας. Πάνω από το 50% των ασθενών με έμφραγμα του μυοκαρδίου δεν είχαν προηγούμενα συμπτώματα και δεν είχαν σε γνώση τους ιστορικό στεφανιαίας νόσου. Στους αθλητές μακροχρόνιας αυξημένης έντασης άσκηση ο αιφνίδιος θάνατος και η μυοκαρδιακή ισχαιμία μπορεί να οφείλεται επίσης στη διαταραχή μεταξύ προσφοράς και ζήτησης οξυγόνου στο μυοκάρδιο.
Ο προληπτικός καρδιολογικός έλεγχος:
Ο καρδιολογικός έλεγχος πριν την άσκηση υποστηρίζεται διεθνώς και έχει ως στόχο την πρώιμη ανίχνευση διαταραχών που μπορεί να οδηγήσουν σε επικίνδυνες για τη ζωή αρρυθμίες και αιφνίδιο καρδιακό θάνατο. Η στρατηγική του προαθλητικού ελέγχου ποικίλει με βάση την ηλικία του αθλούμενου, τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και φυσικά την ένταση της άθλησης.
Οι προληπτικές εξετάσεις που πρέπει να γίνουν πριν την έναρξη της άθλησης απαιτούν τουλάχιστον τον βασικό καρδιολογικό έλεγχο. Αυτός ξεκινάει πάντα με την κλινική και φυσική εξέταση του αθλούμενου από τον καρδιολόγο και συνεχίζεται με το πλήρες και αναλυτικό ιστορικό τόσο το δικό του όσο και της οικογένειας του. To ηλεκτροκαρδιογράφημα μας δίνει τις βασικές πληροφορίες σχετικά με την λειτουργία της καρδιάς και μας δίνει σημαντικά στοιχεία για τον ρυθμό της καρδιάς, τη συχνότητα, την παρουσία αρρυθμίας ή την παρουσία ισχαιμίας στην ηρεμία.
Ωστόσο κάποιες φορές αυτό δεν είναι αρκετό και επί ενδείξεων συνιστάται να γίνει το ηχοκαρδιογράφημα της καρδιάς, το λεγόμενο triplex καρδιάς που μας δίνει στοιχεία σχετικά με τις διαστάσεις της καρδιάς, το πάχος των τοιχωμάτων, τη συστολική λειτουργία της, τις καρδιακές βαλβίδες, την πιθανή παρουσία υγρού καθώς και πληροφορίες σχετικά με τη θωρακική αορτή. Συχνά σε ανθρώπους που έχουν παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και όχι σαν τεστ ρουτίνας απαιτείται η δοκιμασία κόπωσης σε κυλιόμενο τάπητα, το γνωστό μας test κόπωσης.
Η δοκιμασία κόπωσης μπορεί να αναγνωρίσει ασθενείς υψηλού κινδύνου, να εκτιμήσει την ανταπόκριση της αρτηριακής πίεσης στην άσκηση (ινότροπος απάντηση), την ανταπόκριση της καρδιακής συχνότητας στην άσκηση (χρονότροπος απάντηση), την ανοχή στην άσκηση, την τυχόν εμφάνιση καρδιακών αρρυθμιών και ισχαιμικών ηλεκτροκαρδιογραφικών αλλοιώσεων. Σε περίπτωση που κάποιος δεν μπορεί να πραγματοποιήσει το test κόπωσης ή κατά την κρίση του καρδιολόγου απαιτείται ειδικότερη εξέταση για τον έλεγχο της αιμάτωσης της καρδιάς πραγματοποιούνται εξειδικευμένες εξετάσεις όπως η αξονική στεφανιογραφία δηλαδή η απεικόνιση των στεφανιαίων αρτηριών με αξονική τομογραφία με χορήγηση ενδοφλέβιου σκιαγραφικού, το σπινθηρογράφημα του μυοκαρδίου, το ηχοκαρδιογράφημα με κόπωση γνωστό ως stress echo δηλαδή ηχοκαρδιογράφημα μετά από φαρμακευτική κόπωση με ενδοφλέβιο παράγοντα και αντίστοιχα η μαγνητική τομογραφία καρδιάς με φαρμακευτική κόπωση γνωστή ως stress ΜRI.
Συμπεράσματα:
Η άθληση και η σωματική άσκηση γενικότερα έχει πολλαπλά οφέλη για τον οργανισμό και υποστηρίζεται διεθνώς σε όλες τις ηλικίες. Ωστόσο σε σπάνιες ευτυχώς περιπτώσεις υποκείμενης καρδιακής νόσου η άθληση μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες για τη ζωή αρρυθμίες, την εμφάνιση δυσάρεστου καρδιαγγειακού γεγονότος ακόμη και στον αιφνίδιο καρδιακό θάνατο. Ο προαθλητικός καρδιολογικός έλεγχος επομένως σε ανθρώπους που επιθυμούν μετέχουν στον αθλητισμό είναι πολύ σημαντικός. Ξεκινάει πάντα με το βασικό καρδιολογικό έλεγχο με τη φυσική κλινική εξέταση και το ηλεκτροκαρδιογράφημα και μπορεί να περιλαμβάνει με βάση την κρίση του καρδιολόγου και κατά περίπτωση πιο εξειδικευμένες καρδιολογικές εξετάσεις που όμως είναι πλέον αρκετά διαδεδομένες, σχετικά εύκολες, αναίμακτες και ανώδυνες.